Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2011

να με περιμένεις..

   της είχε ζητήσει να του ορκιστεί πως θα τον σκότωνε, αν έπαυε κάποτε να την αγαπά...Για εκείνη, ο έρωτας ήταν ισοδύναμος με την αυστηρότερη θρησκεία και οι υποσχέσεις ανάμεσα σε εραστές ήταν το απαράβατο τυπικό της...
   το "ορκίσου μου πως, αν μια μέρα σε ξα-να-γα-πή-σω, θα με σκοτώσεις..", καταχωνιασμένο στα τρίσβαθα του είναι της, αναδύεται σαν πόνος σουβλερός. Τη μια νύχτα μετά την άλλη, το μουρμουρίζει στον εαυτό της με σφραγισμένα χείλη. "Ορκίσου μου πως αν μια μέρα σε.."
  Του άρεσε να τραγουδά, να ψέλνει αυτές τις λέξεις την ώρα του έρωτα. Κι εκείνη του το ορκιζόταν, σίγουρη πως θα την αγαπούσε για πάντα και πως ποτέ δε θα χρειαζόταν να το κάνει.
  Η αναταραχή κόπαζε όταν εκείνος της ρουφούσε τον ιδρώτα ανάμεσα στα στήθια της κι εκείνη του έγλυφε τις παλάμες των χεριών του.
  Περισσότερο από οτιδήποτε άλλο της άρεσε αυτή η μυρωδιά που προερχόταν απ΄το ανακάτεμα της δικής της με τη δική του: ήταν κάτι σαν ιεροτελεστία ανάμεσά τους. Και τότε, όταν τα κεφάλια τους είχαν ανακτήσει την ηρεμία τους, καμιά φορά την έβαζε να του ορκιστεί και πάλι. "Ορκίσου πως θα με σκοτώσεις αν.." Απόλυτα ικανοποιημένοι, με κείνο το κύμα πληρότητας που τυλίγει πολλές φορές τα κορμιά μετά τον έρωτα να'χει χαθεί, εκείνη εκνευριζόταν πότε πότε, κρυφά απ'αυτόν, με τη συνήθειά του να κόβει τις συλλαβές -- σε ξα-να-γα-πή-σω --, κι ωστόσο του το ορκιζόταν. [...]
   όταν έλειπε εκείνη πέθαινε από αγάπη, υποσχόταν στον εαυτό της να δείξει όλη την κατανόηση του κόσμου. Όταν ξαναρχόταν, τον συγχωρούσε, κι ωστόσο τον αγαπούσε και δεν ήξερε πια ούτε πως να ζήσει μαζί του ούτε δίχως αυτόν. [...]
   το βράδυ του φόνου της είχε πει "έλα", κι εκείνη είχε ρίξει μια εσάρπα πάνω από το μαύρο της φόρεμα. Αν της είχε πει "έλα", ήταν γιατί εξακολουθούσε να υπάρχει, παρά τους φίλους του, παρά την άλλη.. [..]
   μικροκαμωμένη, με όψη φοβισμένου παιδιού, σχεδόν αμίλητη, η Ζαν Ποττιέ παρακολουθεί τη δίκη της, αλλά το μυαλό της ταξιδεύει διαρκώς κάπου αλλού. Σκότωσε τον άντρα της, τον Κλοντ, από αγάπη, για να τηρήσει την υπόσχεση που του είχε δώσει. Δεν της απομένει πια τίποτα να περιμένει, εκτός από τη καταδίκη της. Στη διάρκεια των τεσσάρων ημερών της ακροαματικής διαδικασίας, μάρτυρες και δικηγόροι θα αναπλάσουν την ιστορία ενός έρωτα που μοιάζει με πολλούς άλλους: όρκοι και προδοσίες, πίστη και αφοσίωση, αλλά και μικρές τετριμένες απιστίες, που, πολλές φορές, κρύβουν κάτι περισσότερο απ'αυτό που φαίνεται. Ανάμεσα στην τραγωδία, το γέλιο και το δάκρυ, κατηγορούμενη σ'αυτή τη δίκη, πρώτη απ'όλους, η ζήλια, η οδύνη μιας γυναίκας που χάνει αυτόν που αγαπά. Και η ετυμηγορία των ενόρκων, παρ'όλο που την κυρρήσει αθώα, ωστόσο δεν της ξαναδίνει το δικαίωμα στη ζωή, το οποίο η ίδια έχει κιόλας απαρνηθεί!


αποσπάσματα από το βιβλίο "Να με περιμένεις" της Φρανσουάζ Ξενάκη. Ένα βιβλίο που είχα διαβάσει χρόνια πριν, με συγκλόνισε όσο λίγα και πρόσφατα ξαναβρήκα στο "σεντούκι με τις αναμνήσεις" μου και μου ξύπνησε πολλές μνήμες..





μη ρωτήσεις.. το Κωσταντάκι υπογράφει και πάλι!