Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2012

Χριστουγεννα να σου τυχουν


  

πρωτη φορα εδω. πρωτη φορα στην Αθηνα, πρωτη φορα με κριση αισθητη πιο πολυ απο ποτε, πρωτη φορα χωρις την οικογενεια και μακρυα απο οτιδηποτε συνηθισα τοσα χρονια. και να φανταστεις οτι καποτε ελεγα πως ολα τα χρονια της ζωης μου θα περναω τις γιορτες με αγαπημενα μου συγγενικα προσωπα. κατσε, θα μου πεις, δεν εισαι δα και στην αλλη ακρη του κοσμου, ουτε ειναι πως δεν εχεις κανεναν εδω που εισαι! ενταξει, ολα καλα, αλλα παντα σου λειπει αυτο που δεν εχεις. κι ας το ειχες τοσα χρονια και το θεωρουσες δεδομενο. κι ας ελεγες μερικες φορες "αχ και να 'μουν καπου αλλου". και τωρα καπου αλλου θα ηθελα να ημουν. εκει, μαζι τους.

  αν μπορουσα να εβαζα σε μια βαλιτσα ολα αυτα που αγαπαω, ολους αυτους που αγαπαω και να τους κουβαλουσα μαζι μου, οπουδηποτε πηγαινω κι οποια στιγμη θελω να εισαι σιγουρος οτι θα το εκανα. γιατι το να περνας στιγμες μαζι με αγαπημενα προσωπα δεν αναπληρωνεται με κανενα γραμμα, με κανενα τηλεφωνημα και σιγουρα με καμια βιντεοκληση στο σκαηπ.

  φετος λοιπον οι γιορτες θα ειναι διαφορετικες. θα ειναι γιορτες με ανθρωπους που τις περασμενες γιορτες γνωριζα ελαχιστα, ομως στη διαρκεια ενος χρονου εξελιχθηκαν σε φιλους καλους, φιλους που σιγουρα ειναι η αμεσως επομενη επιλογη μου για να ειμαι μαζι τους αυτες τις μερες, αφου δεν μπορω να ειμαι με την οικογενεια μου. κι αν ακουω μερικους απο σας να λετε ποσο μισειτε τις οικογενειακες συγκεντρωσεις και τα τραπεζωματα με συγγενολογια, ξερω πως μεσα σας, σας λειπουν οταν δε τα εχετε. εστω και λιγο.

  κι ολα αυτα που λειπουν, ειναι συνηθως στιγμες, συναισθηματα και εικονες απο τα παιδικα χρονια. τοτε που η μονη μας ανυπομονησια ηταν για το ποτε θα μας φερει ο αγιος βασιλης το δωρο (τι εννοεις δεν υπαρχει αγιοσβασιλης;), η μονη μας στεναχωρια για το οτι δε χιονισε τη μερα των χριστουγεννων οπως βλεπαμε να γινεται στις ταινιες, η μονη μας σκοτουρα που θα ξοδεψουμε τα λεφτα-χαρτζιλικι των χριστουγεννων και σιγουρα το μονο "χαρατσι" που πληρωναμε ηταν αυτο της τυροπιτας απο το φουρνο της γειτονιας για κολατσιο στο ενδιαμεσο απο τα καλαντα. 

  κι αυτες οι μυρωδιες; μελομακαρονα, κουραμπιεδες, χοιρινο, κοτοπουλο -παντα με γεμιση- (στην οικογενεια μου ποτε δε προτιμησαμε γαλοπουλα), ρολο με κιμα, θυμιαμα και μυρτω απο τις γιαγιαδες που γυρνουσαν απο την εκκλησια. αλλο παλι και τουτο! ξυπνουσες πρωι πρωι (καλα, οχι και τοσο πρωι εδω που τα λεμε) να δεις με την ησυχια σου το παιδικο προγραμμα στην τηλεοραση κι ερχονταν οι γιαγιαδες γεματες χαρα να σε φιλησουν και να σε πασαλειψουν με σαλια και μυρτω αρτι αφιχθεισες απο την πρωινη λειτουργια. και να σου μπουκωνουν και το στομα με αντιδωρο πριν καλα καλα πιεις το γαλα με το νεσκουικ σου. και σαν να μην εφτανε ΑΥΤΗ η ενοχληση, αρχιζαν μετα και τα "χρονια πολλα" σε ντεσιμπελ συναυλιας σε ανοιχτο γηπεδο, να μη μπορεις να ακουσεις και το μεταγλωτισμενο καρτουν.

  η συνεχεια γνωστη. γονεις να σε μαλωνουν για να σηκωθεις πια απο αυτο το χαζοκουτι, να ντυθεις και να βοηθησεις στο στρωσιμο του τραπεζιου κι εσυ να πηγαινοφερνεις το απροθυμο σωμα σου περα δωθε με την εκαστοτε πιατελα (να βουτας ομως και κατι στο ενδιαμεσο) ζαλισμενη απο τις φωνες και την ελλειψη υπνου. μετα ολοι στο τραπεζι να περιμενουν τη νοικοκυρα να καθισει για να αρχισουν τα "χρονια πολλα" και τα "στην υγεια μας" και νά σου τσουγκρισμα στα ποτηρια και τα μαχαιροπηρουνα να παιρνουν φωτια. το μονο που μισουσα εκεινες τις μερες ηταν τα περισσευματα. βλεπεις εμεις δεν ειχαμε σκυλο να τον μπουκωνουμε με οτι περισσευε απο εκεινη τη μερα κι ετσι για καμια βδομαδα μετα τρωγαμε απο τα χριστουγεννιατικα. αυτη η υπερβολη στις μεριδες πια!

  βεβαια, μια απο τις καλυτερες στιγμες εκεινης της ημερας ηταν η στιγμη για το επιδορπιο. ηταν και η στιγμη που ανοιγα στα κρυφα τα κουτια απο τα ζαχαροπλαστεια που ειχαν φερει οι καλεσμενοι και αναλογως το γλυκο ερχοταν και η γκριματσα. στα γλυκα της νονας μου παντα ειχα τη φατσα της απογοητευσης. σιροπιαστα και συνηθως με ξηροκαρπια. ξερεις, μπακλαβα, κανταϊφι και τετοια. τι μανια κι αυτη η γυναικα. "δε τα τρωμε αυτα" της ειχα πει μια φορα οταν ημουν μικρη. μαλλον το θεωρησε ομως αστειο, γιατι συνεχισε καθε χρονο να φερνει σιροπιαστα. για καβατζα βεβαια, η μαμα μου ειχε φτιαξει κι ενα γλυκο της αρεσκειας μου. οχι οτι ειμαι δυσκολη στα γλυκα, αλλα να, μπορει οι υπολοιποι να φερνανε τουρτες με φρουτα ή κατι αλλο χωρις σοκολατα και τοτε ηταν ολα δικα της. 

  η μαμα μου ειναι απο τα ατομα που μισω για ΕΝΑ λογο: εχει υπογλυκαιμια (με χαρτι απο το γιατρο σου λεω!) και οσα γλυκα και να φαει (με την αδεια του γιατρου λεει) δε βαζει γραμμαριο.
  
  το αμεσως επομενο πραγμα που βαριομουν θανασιμα εκεινη τη μερα ηταν η ωρα που μαζευαμε το τραπεζι αφου ειχαν φυγει ολοι. οχι οτι θα επλενα τα πιατα, η μαμα ποτε δε με αφηνε ουτε εμενα ουτε την αδερφη μου, αλλα μετα απο τοσο φαγοποτι που να κουνηθεις! και μονο το να σηκωθεις απο τη καρεκλα του τραπεζιου φανταζε κατορθωμα. και οι επομενες ωρες φυσικα αφιερωμενες σε μενα και το κρεβατι μου να παριστανω την αρρωστη που κουραστηκα τοσο. δεν ημουν τεμπελα, οχι. απλα λιγο παραπανω ντραμα κουην απο την αδερφη μου.

  κι αν ολα αυτα που περιγραφω απο αυτα που θυμαμαι απο την παιδικη μου ηλικια ακουγονται βαρετα, "κατι απο τα ιδια" ή εστω ακουγομαι σαν να παραπονιεμαι, δε θα αλλαζα τιποτα! ουτε φυσικα και προκειται να αλλαξω κατι φετος. μπορει πλεον να μην ειμαι παιδι, μπορει να μην κανω γιορτες με την οικογενεια μου, μπορει να οργανωσω/μαγειρεψω μονη μου το χριστουγεννιατικο τραπεζι για τους φιλους μου και να κανω οτι εκανε η μαμα μου τοσα χρονια -συμπεριλαμβανομενου και το πλυσιμο των πιατων- ομως δε θα αλλαξω το παραμικρο απο οτι εχω συνηθισει να ζω τοσα χρονια στις γιορτες. 

  κι αφου πλεον εχουμε φτασει δυο μερες πριν απο την ημερα των χριστουγεννων, η λιστα με τα ψωνια ειναι ηδη διεγραμμενη, τα ψωνια στο ψυγειο, το σπιτι ηδη στολισμενο και ανυπομονω τρελα να μπω στην κουζινα. γιατι τετοια χριστουγεννα ευχομαι να μου ξανατυχουν. χριστουγεννα με ανθρωπους που αγαπω.




μελομενα και αχνοπασπαλισμενα χριστουγεννα σε ολους
απο το κωσταδακι!

Πέμπτη 12 Ιουλίου 2012

του μπαλκονιου το καγκελο

   καθε μερα ειναι εκει. σαν σε ραντεβου. πιστη. ουτε λεπτο πριν, ουτε λεπτο μετα. μια γριουλα γυρω στα εβδομηντα πεντε, ντυμενη παντα με την ιδια γκρι ρομπιτσα της και τα μαλλια της πιασμενα σε εναν σφιχτο κοτσο. δε κοιταει δεξια και αριστερα, δε την ενδιαφερει τι κανει ο ενας και ο αλλος. γεννημενη θαρρεις σε αλλο κοσμο, ή ακομη και ζωντας σε αλλο κοσμο. στον δικο της κοσμο.

   την παρατηρησα μια μερα τυχαια, μια απο εκεινες τις αξημερωτες νυχτες που με ζαλισμενο απο την αϋπνια κεφαλι, σηκωθηκα με το ζορι απο το κρεβατι και βρεθηκα στο μπαλκονι ακουμπησμενη στα καγκελα να κοιταω τα κτηρια γυρω μου. ψηλες, γκριζες και τοσο ψυχρες πολυκατοικιες υψωνονταν τριγυρω. τα πατζουρια σφαλιστα, ο κοσμος ακομη κοιμαται. μπαινω μεσα, πεταω σε ενα ποτηρι ενα κουταλακι νες καφε, ριχνω λιγο νερο και γαλα, ανακατευω ανορεκτα. αρπαζω τα τσιγαρα απο το τραπεζι και βγαινω εξω. σε μια κινηση μου και καθως εψαχνα με το βλεμμα μου το τασακι την ειδα εκει, στο παραθυρο να ποτιζει το γλαστρακι με εναν καταπρασινο βασιλικο. καθισα για λιγο να την κοιταζω με το τσιγαρο ακομη σβηστο στο στομα μου. οι κινησεις της ηταν τοσο ηρεμες, τοσο αρμονικες και νομισες πως με τον τροπο που ακουμπουσε ενα ενα τα φυλλαρακια του βασιλικου πως επιανε κατι ακριβο, κατι πολυτιμο. αφου τελειωσε με το ποτισμα και το καθαρισμα εκλεισε τα ματια κι εμεινε εκει να τον μυριζει. αν εβλεπες ποσο ευτυχισμενη εδειχνε!

   εκλεισε το παραθυρο και τραβηξε την κουρτινα. παει, λεω. κοιταξα ξανα γυρω μου, κανεις. δεν ειχε ξημερωσει καλα καλα, για ποιο λογο να ξυπνησουν θα μου πεις; μηπως εχουν ολοι αϋπνιες σαν κι εμενα; αναψα το τσιγαρο μου και πηρα μια ρουφηξια απο τον καφε μου. αηδια. τι τους θελω εγω τους καφεδες; γερνω με προσοχη προς τα πισω το κεφαλι μου να ξεπιαστει, λιγο δεξια, λιγο αριστερα.. κι εκει την ξαναβλεπω. φοραει μια σκουρη γκρι κοντομανικη ρομπιτσα με ασπρα κουμπακια μπροστα, που φτανει μεχρι λιγο πιο κατω απο το γονατο και αποκαλυπτει τα γερασμενα μαυριδερα ποδια της. παρολο που ειναι αρκετα πιο ψηλα το διαμερισμα της απο το δικο μου μπορω να δω καθαρα στα αυτια της ενα ζευγαρι διαμαντενια κρεμαστα σκουλαρικια και στα λευκα μαλλια της ενα διχτακι να τα κραταει σφιχτα δεμενα κοντα στο κεφαλι της. κραταει στα χερια της ενα φλυτζανακι χρωματιστο -με ελληνικο καφε υποθετω- και καθεται σταυροποδι σε μια πλαστικη καρεκλα. ενα μικρο μπαλκονακι χωραει ισα ισα την καρεκλα της κι ενα μικρο παλιο ξυλινο επιπλακι με δυο πορτακια στην προσοψη του. στα καγκελα ακουμπουν μια σκουπα και μια σφουγγαριστρα, κατι σακουλες κι ενα τενεκεδακι απο μπογια. τα καγκελα φθαρμενα, ταλαιπωρημενα απο το χρονο, με τη ξεφτισμενη γκρι μπογια ν'αποκαλυπτει τη σκουρια.

   καθεται εκει ησυχα και πινει το καφεδακι της. που και που κλεινει τα ματια και σηκωνει το κεφαλι της ψηλα. σκεφτεται, προσευχεται, θυμαται..; ποιος ξερει. μπορει και να ονειρευεται, να φανταζεται πως ολα αυτα τα γκρι θηρια που υψωνονται απειλητικα γυρω της  ειναι δεντρα και ειναι η ιδια σε ενα δασος. ή ακομη καλυτερα στο χωριο. στο δικο της χωριο, εκει που μεγαλωσε. να προσπαθει να θυμηθει τη μυρουδια της βρεγμενης γης, της μουσκεμενης απο τη δροσια ατμοσφαιρας, τις πρωτες πρωινες ωρες. πως ειναι να ξυπνας το πρωι και να πινεις τον καφε σου στη φυση. να βλεπεις τον ηλιο να ανατελλει με κεινα τα ζωηρα πορτοκαλια του χρωματα! να κοιτας πεεεερα στον οριζοντα και να βλεπεις ουρανο. ισως αυτα να ονειρευεται. ισως παλι και να θυμαται. τον αντρα της, τα παιδια της, τα εγγονια της. αραγε εχει οικογενεια; εκει αναμεσα στα καγκελα του μπαλκονιου προσπαθω να διακρινω την εκφραση στο προσωπο της. τιποτα. δε βλεπω τιποτα. σηκωνεται με αργες κινησεις, ανοιγει την μπαλκονοπορτα και τρυπωνει μεσα.

   εκτοτε καθε φορα που θα τυχει να σηκωθω τοσο νωρις βγαινω κατευθειαν στο μπαλκονι μου και κοιταζω ψηλα. περιμενω να την δω. και ειναι παντα εκει, οπως ειπα, πιστη στο παντεβου της, με τις ιδιες ακριβως κινησεις στον ιδιο ρυθμο και με την ιδια ακριβως σειρα. μια τελετουργια πρωινη. την εψαξα και στο δρομο, στη γειτονια, δε την ειδα ποτε. ουτε μια φορα! να βγαινει, σκεφτηκα, απο το σπιτι; να εχει ισως καποιον να επισκεφτει; και ποση μοναξια αραγε να κρυβει; αυτη και η ψυχη της..


αναμεσα απ'τα καγκελα, αλλα οχι και τοσο πρωι, το Κωσταδακι

μεσοτοιχιες

   βραδυ Τριτης. για την ακριβεια πολυ βραδυ Τριτης. μετα τα μεσανυχτα δηλαδη. καθομαι εδω στον καναπε, στο σαλονι και σκεφτομαι σκηνες απο την ταινια που ειδα λιγες ωρες πριν σε ενα θερινο κινηματογραφο στα Εξαρχεια. "μεσοτοιχιες", αισθηματικη κομεντι. δυο νεοι στην Αργεντινη, τρεις εποχες, αμετρητα μερη που συναντηθηκαν χωρις να ξερουν ο ενας τον αλλον, χωρις να γνωριζουν οτι ο ενας ειναι το αλλο μισο του αλλου.. κι ολα αυτα σε μια περιοδο κρισης.
   εχεις σκεφτει ποτε ποσες φορες μπορει να συναντηθηκες με τον ερωτα της ζωης σου, την αδελφη ψυχη σου και να εχεις προσπερασει; να εχετε βρεθει στο ιδιο καφε, στο ιδιο παρκο, στο ιδιο κτηριο ακριβως την ιδια ωρα; Και να εχετε κοιταχτει, ισως και να εχετε μιλησει για λιγο, ξερεις, τυπου "με συγχωρειτε, ξερετε σε ποιον οροφο ειναι το μητρωο;" και μετα απλα να συνεχισετε τη ζωη σας. Αυτο ακριβως συμβαινει και με τους ηρωες της ταινιας. δυο νεα παιδια χωρις ιδιατερα ενδιαφεροντα -λογω των εποχων μας που συνηθως εγκλωβιζει τα παιδια σε ενα κοσμο ιντερνετικο, με τα τσατς, τα σοσιαλ νετγουορκς και ολα αυτα-, με φοβιες και παθη, που ζουν στην ιδια γειτονια -συγκεκριμενα σε γειτονικα διαμερισματα- που εχουν συναντηθει τοσες φορες τυχαια (εδω να σημειωσω πως πιστευω οτι τιποτα δεν ειναι "τυχαιο") που προσπαθουν να βρουν τον ερωτα αλλα -ω, τι περιεργο- οπως καθε φορα που κυνηγαμε τον ερωτα, αυτος φευγει ολο και πιο μακρυα. Πολλες φορες, ξερεις, ο ερωτας ειναι διπλα μας, μπροστα μας κι εμεις δε μπορουμε να τον δουμε. δεν ειμαστε ετοιμοι βεβαια, δεν ειναι οτι δε θελουμε!
   ερωτας. μεγαλο κεφαλαιο. το σιγουρο ειναι οτι ερχεται απροσμενα. δε τον κυνηγας, σε κυνηγαει. και πιστεψε με, οσο και να κρυβεσαι, οσο και να τρεχεις, θα σε βρει στη πιο απιστευτη, ισως και την πιο ακαταλληλη στιγμη. αλλα θα σε βρει! καπου παλαιοτερα ειχα διαβασει πως στην αρχαιοτητα πιστευαν πως οι ανθρωποι ηταν κολλημενοι δυο δυο, σαν σιαμαιοι, μαζι, ενα σωμα. και ηταν λεει πολυ δυνατοι και πολυ εξυπνοι. αλλα οι θεοι τους φοβηθηκαν πως καποια μερα θα τους κλεψουν την εξουσια κι ετσι εριξαν κεραυνους, τους χωρισαν στα δυο και με μεγαλους ανεμους τους σκορπισαν ανακατα στη γη. απο τοτε, λεει, ολοι ψαχνουν να βρουν το "αλλο τους μισο"..
   οι ηρωες λοιπον ζουν δυο ζωες παραλληλες, σε μια γκριζα πολη, γκρινιαζουν για τον ιδιο ακριβως λογο -τα κτηρια, τα ασχημα κτηρια που απαρτιζουν το Μπουενος Αϊρες- κυνηγουν τη ζωη σε μια μονοτονη και παρακμιακη -για την Αργεντινη- εποχη και διαδεχονται τις απογοητευσεις της ερωτικης τους ζωης αγνοωντας πως ο ερωτας ζει στο απεναντι παραθυρο. εκει. ακριβως εκει.. ποσο ομως δυσκολο ειναι να βρουμε αυτο που μας ταιριαζει αναμεσα σε τοσους και τοσους που μας περιβαλλουν; μεσα σε αυτο το χαος, ολο και φανταζει πιο δυσκολο.
   αν εχεις ηδη βρει το αλλο σου μισο, εισαι τυχερος. αν παλι οχι, ποτε δεν ξερεις!  απλα μη ψαχνεις να το βρεις στον τελειο αντρα, ή στην τελεια γυναικα. ψαξε να βρεις αναμεσα σε τοσα βλεμματα αυτο που θα εχει τη λαμψη που ταιριαζει σε αυτη των δικων σου ματιων.


με αγαπη και λουλουδια απο το Κωσταδακι..

Πέμπτη 5 Ιουλίου 2012

μια τρελόπολη κάτω από τον ήλιο

ναι, τρελοπολη!
   πρωι της Πεμπτης και ο υπνος αφαντος! Ξυπνια απο τις τεσσερις το χαραμα να περιμενω. να κοιμηθω; να ξημερωσει; δε ξερω! παντως περιμενω..
κατα τις εξι παρα εικοσι το πρωτο φως της μερας μπαινει απο τις μικρες χαραμαδες στο στορυ και καταλαβαινοντας πως ειναι ματαιο να περιμενω κι αλλο, σηκωνομαι με γρηγορες και νευρικες κινησεις απο το κρεβατι. βγαινω στο μπαλκονι και παρατηρω τις γυρω πολυκατοικιες -τι κακο κι αυτο, οπου βλεπει το ματι σου, τσιμεντο! σφραγιστα πατζουρια παντου και μονο στην παραδιπλα πολυκατοικια, εκει, καθισμενη στην καρεκλα της στο μικρο της μπαλκονακι, μια γριουλα πινει τον καφε της. καθομαι εκει αρκετη ωρα και την παρατηρω. μοιαζει ταλαιπωρημενη, αλλα να βλεπατε με ποσο ντελικατες κινησεις πιανει το φλυτζανακι της! ε λοιπον για μερικους ανθρωπους ο πρωινος καφες ειναι η μοναδικη τους απολαυση! ριχνω μια ματια στο ρολοϊ. εξι και τεταρτο.

   παιρνω μια τελευταια μεγαλη ανασα (εμ, πως, να ρουφηξω λιγο ακομα καυσαεριο που -δε- μου χει λειψει) και μπαινω μεσα στη κουζινα. με βαριεστημενες κινησεις βαζω στο μπωλ δημητριακα και γαλα και καθομαι στο σαλονι, παρεα με καρτουνς. ο καφες στο μπαλκονι δε ταιριαζει σε μενα. γενικα δηλαδη ο καφες.. ντυσιμο στα πεταχτα -αλλα ποτε με τη μεθοδο "κλεινωματιαδιαλεγωτυχαια"- και βγαινω στους δρομους. ησυχια κι εδω. οι μαγαζατορες σιγα σιγα ανοιγουν τα μαγαζια τους, βγαζουν τη πραματια τους, τακτοποιουν τα σταντς τους. εχει παει κιολας οκτω παρα. αυτο που με πειραζει και μου χει λειψει μπορω να πω, ειναι οι "καλημερες". ξερεις, αυτο που περνας απο τη γετονια σου και ανταλλαζεις καλημερες με τον μαναβη, τον ψιλικατζη, τον φουρναρη, τον γειτονα. αυτη που τη λες κι ας πεσει κατω; ε, εδω φαινεται πως ειναι λιγακι ακριβη. τελοσπαντων.. συνεχιζω το δρομο μου.

   λιγο πιο περα ο κεντρικος. εδω τα πραγματα ειναι πολυ διαφορετικα, πολυ πιο θορυβωδη. ανθρωποι τρεχουν σαν τρελοι πανω κατω, με σκυμμενο κεφαλι και σκεπτικοι, θα  σε σπρωξουν κιολας αν τυχαινει να περπατας πιο αργα απο εκεινους, . πολλοι απο αυτους μιλουν στο τηλεφωνο -μα που τη βρισκουν πρωι πρωι τοση ορεξη ωστε να μιλουν και στο τηλεφωνο; τα αυτοκινητα τρεχουν κι αυτα σαν τρελα, κορναρουν, φρεναρουν.. εδω λες και οι ρυθμοι δεν επεσαν ποτε. θαρρεις και ολη την ημερα και τη νυχτα οι ανθρωποι που κυκλοφορουν σ'αυτο το μεγαλο δρομο ειναι εδω, να βιαζονται, να μαλωνουν, να βριζουν.

   κι ολα αυτα γιατι ποτε κανεις δε σταματαει για λιγο να κοιταξει επανω τον ουρανο. τον ηλιο που λαμπει εκει πανω οπως καθε μερα. που λεει "καλημερα" σε ολους. κι ας πεσει κατω. που πεφτει δηλαδη, γιατι ειπαμε: ποιος τον κοιταει; ποιος τον λογαριαζει; κλεισμενοι ολοι μεσα στις σκεψεις τους που μυαλο για να κοιταξουν τη ζωη στα ματια;

   μωρε καλα λεω εγω τρελοπολη...





υπογραφη απο Κωσταδακι ως συνηθως, απο την καυτη πρωτευουσα! 
καλη σας μερα..

Πέμπτη 7 Ιουνίου 2012

Αθηνα - Σιφνος και παλι πισω!

   ενταξει. ειπες θα κανεις δυο τρεις μερες διακοπες απο τα παντα, πηρες και αδεια απο τη δουλεια και εισαι στο σπιτι με ενα χαρτι και δυο στυλο -παντα ενα κοκκινο κι ενα μπλε- να σημειωνεις τα πραγματα που θα βαλεις στη βαλιτσα. παντα αυτο που εκανα προκειμενου να μη ξεχασω κατι, ηταν να παιρνω τις κινησεις μου απο την αρχη. απο την ωρα που ξυπναω δηλαδη: πετσετα, οδοντοβουρτσα, οδοντοκρεμα, .. κτλ. ξεχωριστο σεκσιον παντα για τα ρουχα που θα φορεσω στο ταξιδι.

   ενταξει. τα εγραψες. και τωρα που η λιστα ειναι ετοιμη, διορθωμενη και ακρως τακτοποιημενη αρχιζει ο γολγοθας της βαλιτσας. μερικοι λενε οτι το να φτιαχνεις τη βαλιτσα σου για ενα ταξιδι ειναι πιο διασκεδαστικο απο το να την αδειαζεις. εμενα ποτε δε μου αρεσε ουτε το ενα ουτε το αλλο. αν υπηρχε ποτε επαγγελμα "φτιαχτης βαλιτσων ταξιδιου" ευχαριστως θα προσλαμβανα καποιον να κανει αυτη τη δουλεια για μενα! επειδη ομως πασχω και λιγακι απο το συνδρομο "Μονικα Γκελερ" θελω να εχω τον πρωτο και τον τελευταιο λογο για το πως και που θα μπει το καθετι. οποτε και ξεκιναμε. εσωρουχα απο εδω, μαγιω απο εκει, μπλουζες και παντελονια.. ψυχαναγκασμος;

   ξυπνας την επομενη με φοβερο πονοκεφαλο -γιατι που να την χωρεσεις τοση ευθυνη- και τρεχεις πανικοβλητη να ελεγξεις τη λιστα, να σβηνεις με το κοκκινο στυλο, να κυκλωνεις και να σημειωνεις με sos εισιτηρια, ταυτοτητες και διπλωματα. γρηγορο μπανακι και εφυγες. φτανεις στο λιμανι, κοιτας δεξια, αριστερα, κοσμος παει κι ερχεται. ο πανικος ο ιδιος. βρισκεις το πλοιο, μπαινεις μεσα κι αναζητεις μια καλη θεση να κατσεις. κι οταν λεω "καλη" δεν εννοω αναπαυτικη. εξαλλου ολες οι θεσεις ειναι το ιδιο απο αποψη ανεσης! η καλη θεση προϋποθετει παιδακια και γερους σε αποσταση αρκετη ωστε να μπορεις να τους βλεπεις μονο με κυαλια. τη βρισκεις λοιπον κι αυτη και καθεσαι. δυστυχως βεβαια δεν εισαι ποτε καλλυμενος και γι ακομη κακη σου τυχη -οχι που νομισες οτι γλυτωσες- στο ακριβως διπλα τραπεζι θα ρθει να κατσικωθει η πιο φασαριοζικη παρεα εβερ! φωνες και κακο. να παιζουν χαρτια και να μαλωνουν, να φωναζουν, να γελανε κι εσυ εκει με τον πονοκεφαλο αγκαλια να σκεφτεστε χιλλιους κι εναν τροπους για να τους σκοτωσετε. γαι τις καταρες δε μιλαω.

   μαρτυρικες 5 ωρες ταξιδιου (παρολο που στο εισιτηριο αναφεροταν πεντακαθαρα 4 ωρες ταξιδιου -αληθεια, γιατι το κανουν παντα αυτο οι εταιριες; αφου γνωριζουν εκ των προτερων ποση ωρα κανει το πλοιο απο το ενα λιμανι στο αλλο!) κ επιτελους προσαραξαμε και ο κοσμος αρχισε σιγα σιγα να αναχωρει. μαζι και η παρεα των φασαριοζων! κατεβαινεις απο το πλοιο κι εσυ με τις βαλιτσες ανα χειρας να μυριζεις τη θαλασσα -ναι, ναι, και την καραβιλα!- και να χαιρεσαι τοσο που ξεκινανε οι διακοπες σου που να σου περναει και ο πονοκεφαλος. βουρ για το ξενοδοχειο!

   εκει ειναι που νοοιωθεις πραγματικα τουριστας! μπαινεις μεσα και τα ματια σου πετιουνται σα να βγαινεις πρωτη φορα εξω απο το σπιτι σου, σα να μην εχεις ταξιδεψει ποτε αλλοτε και για πουθενα! πετας τα πραγματα οπως οπως και ανοιγεις πατζουρια, βγαινεις στο μπαλκονι, μυριζεις ξανα τη θαλασσα -οχι, καραβιλα οχι- παιρνεις μια βαθια αναπνοη και τρεχεις με μανια στο κρεβατι, ξαπλωνεις, κλεινεις τα ματια και χαμογελας. δια-κο-πες!

   ειναι ηδη αργα το απογευμα και η ταλαιπωρια εχει χτυπησει κοκκινο. μπανακι, αλλαγη ρουχων και χυνεσαι ξανα στους δρομους. βολτιτσα στο λιμανι να δεις και τα περιξ, χαζευεις τον κοσμο, σχολιαζεις, χαμογελας, χαμογελας, χαμογελας! επειδη ομως το χαμογελο ουτε σε ξεκουραζει ουτε σε χορταινει, το ιταλικο εστιατοριο του Κλαουντιο ειναι κατι παραπω απο καλυτερο για να κλεισει η βραδια πριν τον υπνο.

   η επομενη μερα ξεκιναει νωρις και με την ορεξη του φρεσκου τουριστα που εχει τοση περιεργει να ανακαλυψει το νησι. στο πρωινο συνανταμε για πρωτη φορα καποιους συνταξιδιωτες στην ηλικια των 50 -πανω κατω- αποτελουμενη απο 3 ζευγαρια και δυο σινγκλς. ή ζευγαρι. αυτο δε μπορεσαμε να το καταλαβουμε! φυσικα αυτο που τους κανει τοσο αξιους αναφορας ειναι η εντυπωση που μας προξενησαν απο τον τροπο συμπεριφορας τους. το γνωστο κοσμητικο επιθετο "μαλακας" εδινε κι επαιρνε, τα γελια και οι φωνες ηχουσαν τοσο δυνατα που θα ορκιζομουν οτι σε καποια στιγμη ετριζαν οι τοιχοι. κι ηταν μολις 08:30. τελειωσαμε γρηγοροτερα απο οτι θα περιμενα ισως το πρωινο μας και με μια συντομη "συσκεψη" αποφασισαμε τις παραλιες που θα επισκεπτομασταν μεσα στη μερα. Βρουμ βρουμ...

   ο καιρος δεν μας εκανε το χατηρι κι ετσι την περισσοτερη ωρα την περασαμε αγναντευοντας τα συνεφα που εμπαιναν αναμεσα σε μας και τον κυρ Ηλια. Aποκοφτο, Πλατυς Γυαλος, Γλυφο και μετα βολτα στα Σεραλια και το Καστρο για φαγητο και περιπλανηση. περιπλανηση εμεις, αποπλανηση αυτο! ποσες μαγικες εικονες για να φωτογραφησεις, ποσες ονειρεμενες μουσικες για να ακουσεις και ποσες ασυλληπτες μυρουδιες για να αντεξεις! δε ξερω αν αυτο που με εκανε να αγαπησω αυτο το νησι ειναι το οτι ειχα πραγματικα την αναγκη να βρεθω καπου μακρυα απο ολους και απο ολα, ή αυτο απο μονο του ριχνει τα μαγευτικα του διχτυα και σε τυλιγει τοσο που δε μπορεις -οχι οτι θελεις κιολα!- να ξεμπλεχτεις..

   η επομενη μερα ξεκινησε πιο ομορφα. μωρε τι λεω; και μονο που ανοιγεις τα ματια σου και εισαι σε ενα καταπληκτικο μερος με τον ανθρωπο σου να σε κοιταζει στα ματια, η μερα σου ξεκιναει ομορφα! στο πρωινο ανακαλυπτεις πως το χθεσινοβραδυνο πλοιο ξεβρασε κι αλλους τουριστες, Ελληνες κυριως και -ω, τι ωραια- ζευγαρακια στην ηλικια σου! ακολουθει πλουσιο πρωινο γιατι η μερα ειναι μεγαλη κι ο καιρος προβλεπεται ακρως ηλιολουστος και ξεκιναμε. μια μικρη σταση για καφε και εξοπλισμο σε λογοτεχνικη αναγνωση στη χωρα και ο Γλυφος ειναι πολυ κοντα. στο Γλυφο βρηκα επιτελους τη παραλια που μου ταιριαζει. αμμωδης παραλια, με πρασινα νερα χωρις φυκια και πετρες! για κακη μου τυχη καθισαμε κατω απο τη σκια ενος μεγαλου δεντρου στο οποιο θεωρησαν σωστο να ερθουν και να εγκατασταθουν μετα περισσης ανεσης οι χθεσινοπρωινοι "μαλακες". κι αφου λοιπον δε μπορουσα να διαβασω το βιβλιο μου με την ησυχια μου κι αφου εριξα 3-4 ματιες τυπου "δε το βουλωνετε λεω γω;" αποφασισα να περναω την περισσοτερη ωρα μου στη θαλασσα. κι εδω που τα λεμε δε περασα ασχημα!! Κι αφου ποτε δε φευγω απο τη θαλασσα πριν πεσει ο ηλιος, κατα τις 19:30 καναμε μια μεγαλη βολτιτσα σε ενα κοντινο εκκλησακι -που στην πορεια εγιναν δυο- για φωτογραφιες και μετα επιστροφη στο Φαρο για φαγητο. ο Φαρος λοιπον ειναι ενα απο τα πιο ομορφα μερη στο νησι κι αν και ειναι αρκετα μικρο ψαροχωρι, ειναι τοσο ομορφο και τοσο γραφικο που δε θες απλα να σταματας να βγαζεις φωτογραφιες! και σαν παραμονη του εορτασμου του Αγιου Πνευματος στο νησι υπηρχαν και δρωμενα. στο τοπικο ραδιοφωνο λοιπον ακουσαμε κατι γαι πυργους και για εθελοντες και για φωτιες, οποτε και ψαξαμε και κοιτωντας γυρω μας ανακαλυψαμε τους (μισογκρεμισμενους) πυργους του νησιου να βγαζουν κοκκινους καπνους εκπεμποντας σηματα ο ενας στον αλλο κι αναβιωνοντας ετσι εναν παλιο τροπο επικοινωνιας.

   η τελευταια μερα ειναι παντα και η πιο αγχωτικη. η πιο στεναχωρη. αγχωτικη γιατι πρεπει να μαζεψεις ολα σου τα πραγματα και να προλαβεις να εισαι στο λιμανι για να μπεις στο πλοιο. και στεναχωρη γαιτι αυριο δε θα ξυπνησεις παλι εκει. δε θα μυριζεις τη θαλασσα μεσα στο δωματιο και δε θα ακους τον ηχο απο τα κυματα και τα τζιτζικια να σε ξυπνουν απο τον γλυκο υπνο! ξυπνας, τρως παλι ενα καλο πρωινο και κατεβαινεις στη παραλια! ειπαμε, το πλοιο ερχεταισ τις 17:00, δε θα χασουμε και ολακερη μερα!! καφες, θαλασσα, αντιηλιακο, βιβλιο και τα τσιγαρα σου. μωρε ποιος τρελος θα ηθελε να επιστρεψει πισω; στο νεφος, τη φασαρια, το αγχος, τη βιασυνη και την μουρτζουφλια; μετα απο μια καλη δοση ηλιου η επιστροφη στο ξενοδοχειο δε μοιαζει και τοσο ασχημη, το μαζεμα ομως των ρουχων στη βαλιτσα παραμενει μια βαρετη ασχολια! το καλο ειναι οτι φευγοντας μαζι στις αποσκευες βαζεις και τις αναμνησεις σου, αυτες που θα σε κρατησουν λιιιιγο παραπανω χαρουμενο για τις επομενες μερες! μπανακι, κρεμουλες και τσεκαουτ.

   ταλαιπωροι τουριστες περπατουν προς το λιμανι διπλα σου, μπροστα σου, πισω σου. αλλοι με σορτσακια, μπλουζες σκισμενες και σαγιοναρα με το διχαλο, αλλες με τζιν (Χριστε μου πως το φορατε αυτο το τζιν με τοση ζεστη!!), μπλουζακια χρυσα/φωσφοριζε/με πουλιες -χωρις τον αυγερινο- κτλ, αξεσουαρ που πνιγουν αποπνικτικα και απαραιτητα πεδιλο ή πλατφορμα στο ποδι, το οποιο μπορω να σας διαβεβαιωσω δεν ειναι καθολου βολικο κατα την μετακινηση απο και προς το πλοιο και κατα την διαρκεια του ταξιδιου οπου υπαρχουν οι γνωστες αναταραξεις που οφειλονται στα μποφορ! μια σταση για μια ακομη γευση απο φαγητο στου Κλαουντιο επιβαλλεται, γι αυτο κι εμεις ειμαστε παλι εκει τρωγοντας μπρουσκετες, παστα και πιτσα. πεντε ακριβως. ολως περιεργω το τπλοιο πεντε λεπτα αργοτερα ειναι στο λιμανι, η επιβιβαση αρχιζει, καθως και η ταλαιπωρια.. ομως αυτη η ταλαιπωρια ειναι πιο γλυκεια γιατι ενα χερι κραταει το δικο σου και μοιραζεστε στο ιδιο χαμογελο τις αναμνησεις ενος ομορφου ταξιδιου και την υποσχεση για ενα ταξιδακι καπου στο συντομο μελλον...




υπογραφει το Κωσταδακι με μελανι σουπιας απο τα νερα της Μεσογειου..

Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2012

πουτανα γκλαμουρια

Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 2012

νοιωθεις;

   εχεις νοιωσει το ειναι σου να ανατριχιαζει σαν να το διαπερναει ρευμα και να σου τιναζει καθε κυτταρο; εχεις νοιωσει την επαφη στο κορμι οταν το αγγιζεις με την ακρη των δαχτυλων σου; να περνας απο τη κορυφη του λαιμου μεχρι κατω στο τελος της ραχοκοκκαλιας και να.. ξανα. και ξανα. απαλα, ισα που να ακουμπανε τα δαχτυλα σου. ισα που να κανεις τον αλλο να ριγα. σαν να αγγιζεις κατι ευθραστο και πολυτιμο..
   να κοιτας τις φλεβες να διογκωνονται κατω απο το δερμα, τη γραμμη αυτη που κανουν πανω στο χερι. να βαζεις το αυτι σου στην καρδια του αλλου και να ακους καθε παλμο. να τον ακους, να τον νοιωθεις, να νοιωθεις σιγουρια. και ασφαλεια. σαν να ακους την πιο ομορφη μουσικη στον κοσμο!
 εχεις νοιωσει να χανεσαι με εναν  ψιθυρο στο αυτι, μια ανασα; εκει ακριβως, κατω χαμηλα στο λαιμο που οι υγρες, βαριες ανασες κατεβαζουν αυτοματα τα ρολα στα ματια και νοιωθεις το κορμι τοσο αναλαφρο σαν να αιωρεισαι, σαν να μην υπαρχεις στον κοσμο. υγρα χειλη να αφηνουν μια γραμμη απο "σε θελω" απο το λοβο του αυτιου σου μεχρι τον ωμο.. και τα δαχτυλα με αργες κινησεις να ανακατευουν τα μαλλια σαν ενα χορο αργο και καθηλωτικο.
και υστερα τα χερια να ταξιδευουν σε ολο το κορμι. με ρυθμο. παντα με ρυθμο..
 εχεις νοιωσει το φοβο να μη σου κλεψουν τις αισθησεις, να μη σε αφησουν κενη; να πρεπει να ψαχνεις για να βρεις αυτο που θα σε γεμισει, αντι να ερχεται εκεινο να σε βρει;

 εχεις νοιωσει;


υπογραφει με φιλια απο το Κανκουν το Κωσταντακι..

ολα καταληγουν εκει απο οπου ξεκινησαν..

ειναι και αυτες οι μερες που ξυπναμε με καλη διαθεση και αισθανομαστε τοσο καλοι ανθρωποι που ειλικρινα, θα μπορουσαμε να κανουμε τα παντα με χαμογελο. αυτες τις μερες ειναι που θα μας συμβουν τα πιο ομορφα πραγματα, θα χαμογελασουμε και θα μας χαμογελασουν, θα κανουμε μια καλη πραξη και θα μας γυρισει πισω διπλασια. ειναι αυτο που λεμε οτι το συμπαν συνομωτει για να σου ερθουν ολα καλα!
κι αν παρατηρησεις πως τις μερες αυτες τιποτα δε παει λαθος, δε μπορει να παει λαθος! δεν εχει γιατι, ετσι απλα!! φροντισε λοιπον ακομη και τις μερες που δε ξυπνας με τετοια διαθεση να τη φτιαχνεις με κατι που θα σε κανει χαρουμενο και θυμησου: οταν χαμογελας στη ζωη, θα σου χαμογελασει κι αυτη ;)




Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2012

εγω. παντου

μπλογκινγκ εδω, μπλογκινγκ στο tumblr, τσατ στο τουητα, ποστινγκ στο facebook και στο google plus, ανελεητο μιουζικ απλοουντινγκ στο youtube και φωτοσουτινγκ με το instagram μη με ρωτησεις πως τα προλαβαινω, αμα το γουσταρεις δεν εχει "πως"!

ειμαι το Κωσταδακι και ειμαι καλα!
εντζοϊ :)